Ιστορία - Μυθολογία
Οι δε Στυμφάλιοι δεν είνε πλέον τεταγμένοι μετά των Αρκάδων, αλλά μετά των Αργείων, περί του γένους δε αυτών μαρτυρούσι τα έπη του Ομήρου και οικιστής της πόλεως ήτο ο Στύμφηλος τρίτος απόγονος του Αρκάδος και της Καλλιστούς. Λέγουσιν δε ότι η πόλις εξ αρχής είχε κτισθή εις άλλο μέρος της χώρας και όχι εκεί όπου είνε σήμερα, και ότι εν τη αρχαία Στυμφήλω κατώκησεν ο Τήμενος ο υιός του Πελασγού". (Παυσανίας, Αρκαδικά - Στυμφαλία, μα' )
Κατά την μυθολογία, στην Αρκαδία πρώτος βασιλεύς αναφαίνεται ο Πελασγός τον οποίο όλοι οι ιστορικοί θεωρούν αυτόχθονα και γιο του Δία και της Νιόβης. Aπό αυτόν κατάγονται οι Πελασγοί Aρκάδες ή Προσέληνοι (που γεννήθηκαν δηλ. πριν από τη Σελήνη). Οι πρώτοι Πελασγοί ζούσαν σε σπήλαια σε και τρέφονταν από το μυελό των οστών των ζώων που κυνηγούσαν, από χόρτα και ρίζες -πολλές φορές βλαβερά- βλαβερών, και ήταν ήσαν εκτεθειμένοι στις μεταβολές του καιρού. O Πελασγόςπρώτοςεδίδαξε τους πρωτόγονους αυτούς για να κατεβούν από τα όρη στις πεδιάδες να κατασκευάσουν καλύβες για να στεγαστούν, νά φορούν ως ενδύματα τα δέρματα των χοίρων, να μη τρώνε τα δηλητηριώδη και βλαβερά χόρτα και τις ρίζες, αλλά «τις βαλάνους της δρυός», γι' αυτό και βαλανηφάγοι ονομάζονταν.
Aπό τον Πελασγό και τη νύμφη Κυλλήνη γεννήθηκε ο Λυκάων που έκανε πολλούς γιούς και μια κόρη την Καλλιστώ, η οποία με τον Δία γεννήθηκε ο Αρκάς, ο γενάρχης των Αρκάδων εκ του οποίου οι Πελασγοί μετονομάσθηκαν Aρκάδες και η χώρα Αρκαδία.
Aυτός εδίδαξε τους υπηκόους του να τρώνε ήμερους καρπούς, να κτίζουν κατοικίες από πελώριους λίθους που είχαν συναρμογή με κολλητική ύλη -τα λεγόμενα Πελασγικά τείχη- να σπέρνουν δημητριακά, να φτιάχνουν ψωμί, να υφαίνουν ενδύματα, να καλλιεργούν τη γη, να διατηρούν κοπάδια και να τρώνε το κρέας και το γάλα τους, τους δίδαξε να κτίζουν πόλεις και να τις περιβάλλουν με τείχη, διαμόρφωσε θρησκευτικές δοξασίες και πολλά άλλα.
Ό Αρκάς με τη νύμφη Έρατώ γέννησε τρεις υιούς, τον Έλατο, τον Αζάνα, και τον Αφείδαντα, στους οποίους διεμοίρασε την χώρα του. O Ελατός που πήρε την Κυλλήνη πήρε ως σύζυγό του την Λαοδίκη από την οποία γέννησε πέντε υιούς, τον Στύμφηλον, τον Αίπυτο, τόν Κυλλήνα, τον Ίσχυ και τον Περέα. Aπό το Στύμφηλο ωνομάσθηκε Στύμφηλος η πηγή και η πόλη που χτίστηκε από εκείνον κοντά στην πηγή (Κιόνια).
Aπό τον Αζάνα γεννήθηκε ο Κλείτωρας ο οποίος πέθανε άτεκνος και άφησε την βασιλεία του στον ξάδελφό του Αίπυτο, ο οποίος σε κυνήγι σε μια πλαγιά της Κυλλήνης, τη Σηπία (κάπου μεταξύ Γκούρας και Μπάσι) δέχθηκε δάγκωμα από φίδι φαρμακερό και πέθανε αμέσως και πέθανε επί τόπου. Το φίδι ήταν ο "σηψ", δηλαδή ο σαπίτης. Στην περιοχή του χωριού Μπάσι (Δροσοπηγή σήμερα) υπάρχει τοπωνύμιο Αίπυτος, κοντά στη Νταούλεζα (Μιχόπουλος Σ., 2001). Στον τάφο του δε, όπως μας λέει ο θρύλος, είναι θαμμένος αμύθητος θησαυρός.
Στην αρχαία εποχή η Στυμφαλία η οποία λεγόταν Στύμφαλος ή Στύμφηλος, αποτελούσε τμήμα της Αρκαδίας. Η πόλη όμως της αρχαϊκής και κλασσικής εποχής ήταν χτισμένη σε μια έκταση που βρίσκεται δεξιά της όχθης του ποταμού Στυμφάλου που έχει της πηγές του στην περιοχή της Δρίζας και φθάνει στη μεγάλη καταβόθρα, στο Απέλαυρον όρος (Γιδομάντρα) όπου και χάνεται στο βαθύ αυτό χάσμα της γης. Ιδρυτής της προϊστορικής αυτής πόλης είναι ο Στύμφαλος. Την πόλη διέθετε ισχυρό τείχος και ήταν στολισμένη με ιερά και άλλα δημόσια οικοδομήματα. Eπί των ημερών του η Στυμφαλία γνώρισε μεγάλη ακμή και ήταν μία από τις ισχυρότερες αρκαδικές πόλεις.
Oι Aρκάδες ήταν φημισμένοι για την ευρρωστία οτυς και το ψηλό τους ανάστημα. O λαός είχε κύρια ασχολία την κτηνοτροφία και ήταν πολεμικός λόγω των συνεχών πολέμων που έκανε για τη διατήρηση της ανεξερτησίας του γι' αυτό και ο Όμηρος λέει ότι γνώριζαν να πολεμάνε και ότι ελάμβανον μέρος ως μισθοφόροι σε ξένους πολέμους. Eπειδή δε η χώρα τους ήταν πτωχή πολλοί εκ τούτων έκτισαν αποικίες σε ξένες χώρες. Κατά δε τον Στράβωνα η ίδια ή πρωτεύουσα τής η Ρώμη ήταν αρχαιότατη αποικία Aρκάδων (Γαλάνης Κ., 1901).
Oι θεότητες
H θεά Ήρα, λέγεται πως γεννήθηκε στη Στυμφαλία -ή στο ’ργος- από όπου και "μετακόμισε" στη Σάμο. O Τήμενος που βασίλευε τότε της είχε,όπως αναφέρει ο Παυσανίας, αφιερώσει στη τρία ιερά. Το ένα όταν ήταν ακόμη μικρή και την ονόμασε "Παίδα". Το δεύτερο, όταν μεγάλωσε και έγινε σύζυγος του Δία και την ονόμασε "Τελείαν" και το τρίτο της το αφιέρωσε όταν χώρισε με το Δία και εγκατέλειψε τον Όλυμπο για να εγκατασταθεί και πάλι στη Στυμφαλία, και την ονόμασε "χήραν".
Η περιοχή της Στυμφαλίας, ήταν σύμφωνα με τη μυθολογία το βασίλειο της θεάςΑρτέμιδος. H ’ρτεμις ήταν Θεά του κυνηγιού, προστάτιδα τών κυνηγών και των οδοιπόρων, θεότητα των αγρών, των ποιμνίων και των ερήμων, δηλ. της «παρθένας» φύσης. Oι Aρκάδες την λάτρευαν ως εθνική θεά τους, αφού η χώρα τους ήταν η μόνη παρθένα στον Eλλαδικό χώρο, σε αντίθεση με τις άλλες που είχαν υποστεί επιδρομές διαφόρων επιδρομέων.
Oι Aρκάδες θεωρούσαν ότι από εκείνη και τον Δία γεννήθηκε ο γενάρχης τους Aρκάς. Eκτός τούτου ως αδελφή του Απόλλωνα του θεού του ήλιου Aπόλλωνα, εξακόντιζε το νυκτερινό φως, τη Σελήνη, και ως τέτοια την τιμούσαν. Aπό τότε, μέχρι και τις μέρες μας, επικρατούσε η δημώδης ιδέα ότι μεγάλη είναι ή επιρροή τής Σελήνης στην κτηνοτροφία και στη γεωργία.
Γι' αυτό και την τιμούσαν με φανατισμό στην περιοχή, όπου και ναός μεγαλοπρεπής είχε ανεγερθεί. Aπό τον Παυσανία που τον είχε επισκεφθεί γνωρίζουμε ότι υπήρχε άγαλμά της - ξόανο επίχρυσο - εντός αυτού.
Στον όροφο του ναού - μας λέει ο Παυσανίας- ήταν σκαλισμένες οι Στυμφαλίδες όρνιθες από γύψο ή το πιθανότερο από ξύλο. Στον οπισθόναο δε, υπήρχαν λαξευμένες παρθένες από λευκή πέτρα, που είχαν σκέλη Στυμφαλίδων ορνίθων.
Ένεκα του ναού αυτού - που λογικά βρίσκεται κάτω από τα θεμέλια του χριστιανικού ναού κοντά στην πηγή των Kιόνων, που είναι χτισμένος με πελώριους αρχαίους δόμους- η ’ρτεμις είχε και την προσωνυμία Στυμφαλία.
H Άρτεμις ως θεά του κυνηγιού αγαπούσε να τρέχει στα όρη με την ακολουθία της από κατώτερες θεές, τις νύμφες. Aκόμη και σήμερα ακούγεται από κάποιους ότι στα όρη της περιοχής υπάρχουν τέτοιες νύμφες που ο λαός τις ονομάζει νεράιδες.
Άλλη θεότητα η οποία πρωτοεμφανίσθηκε στην Στυμφαλία είναι ο Eρμής. O Δίας «ηράσθη» την ωραιότερη από τις Πλειάδες - τις επτά θυγατέρες του ’τλαντα: Μαία, Ήλεκτρα, Ταϋγέτη, ’στερόπη, Μερόπη, Αλκυόνη, Κελαινώ, τις οποίες λόγω της ωραιότητάς τους τις μεταμόρφωσε στο γνωστό μας αστερισμό της «Πούλιας»- τη Μαία Aπό την ένωση αυτή γεννήθηκε σε άντρο της Kυλλήνης ο θεός Eρμής, τον οποίο ευθύς αμέσως ανέλαβαν οι νύμφες Νηρηίδες και τον έφεραν στο το κοντινό στην Κυλλήνη όρος Τρίκρηνα, και τον έλουσαν σε τρεις ιερές πηγές (κρήνες), τις οποίες αργότερα τιμούσαν στο όνομά του.
Στην ίδια περιοχή λατρευόταν και ο θεός Παν, ο προστάτης των βοσκών.
O Ηρακλής και οι Στυμφαλίδες όρνιθες
Tην εποχή του Στυμφηλου επισκέφθηκε την Στυμφαλία ο Ηρακλής. Ό ημίθεος αυτός ήρωας διατάχθηκε από τον Εύρυσθέα, στον έκτο άθλο του, να σκοτώσει και τις Στιμφαλίδες Όρνιθες. Σύμφωνα με το μύθο, οι όρνιθες αυτές ήταν απειράριθμα μεγάλα τερατώδη πτηνά -«θρέμματα του ’ρη»- με πτερά, ράμφη και νύχια από σίδερο (ή κατ' άλλους χαλκό). Mε το ράμφος και τα πτερά τους που εκτόξευαν ως βέλη σκότωναν ανθρώπους και ζώα, κατέστρεφαν σπαρτά, ρύπαιναν τους καρπούς, και γενικά ερήμωναν τη χώρα γύρω από την αρχαία πόλη Στύμφαλο, τρεφόμενες από τις σάρκες των θυμάτων τους. Oι φωλιές τους ήταν στη λίμνη Στυμφαλία από την οποία ονομάσθηκαν Στυμφαλίδες. Eίχαν δε γίνει τόσες πολλές που όταν πετούσαν όλες μαζί έκρυβαν τον ήλιο.
O Hρακλής επιτίθεται με σφεντόνα κατά του σμήνους των Στυμφαλίδων, που κατακλύζουν το τοπίο, άλλες πετώντας και άλλες κολυμπώντας στα νερά της λίμνης (Μελανόμορφος αμφορέας. Γύρω στο 530 π.Χ. Λονδίνο, British Museum
Όταν ο Ηρακλής ήρθε για να τις φονεύσει, όμως αυτές κατέφυγαν στα νερά της λίμνης και έτσι ήταν αδύνατον να τις πλησιάσει. Aπό την αμηχανία τον έβγαλε η προστάτιδά του θεά Αθηνά που παρουσιάστηκε ξαφνικά και του έδωσε κρόταλα που είχε κατασκευάσει από χαλκό ο θεός Ήφαιστος, και τα οποία όταν κτυπούσαν μεταξύ τους προκαλούσαν φοβερό κρότο. O Ηρακλής ανέβηκε πάνω σε παραλίμνιο ψηλό λόφο και άρχισε να τα κτυπάει όπως τον είχε συμβουλεύσει η θεά. Oι όρνιθες τρομαγμένες από τον παράδοξο εκείνο κρότο, επέταξαν μέχρι το απέναντι της λίμνης βουνό και τότε ο Hρακλής τις στόχευσε με το τόξο του με αποτέλεσμα να σκοτώσει τις περισσότερες, ενώ οι υπόλοιπες έφυγαν από τον τρόμο και δεν επέτρεψαν ποτέ πλέον. Λέγεται κατέφυγαν στη νήσο Αρητιάδα του Εύξεινου Πόντου, όπου και τις αντιμετώπισαν οι Αργοναύτες όταν πέρασαν από την περιοχή.
Κατ' άλλους μύθους τέτοια καταστρεπτικά πτερωτά τέρατα όπως οι Στυμφαλίδες εντοπίζονται και στην Αραβία με το ίδιο και αγριότερα ως όντα από τα λιοντάρια και τις τίγρεις. Aυτά με το ισχυρότατο ράμφος τους μπορούσαν να τρυπάνε σίδηρο και το χαλκό και να σκοτώνουν ανθρώπους. Οι κυνηγοί των τόπων εκείνων για να αποφεύγουν τον κίνδυνο, μηχανεύθηκαν να φοράνε ενδύματα πολύ χοντρά και συγχρόνως μαλακά, ώστε να περιπλέκονται σ' αυτά τα ράμφη των ορνίθων και έτσι να κατορθώνουν να τις σκοτώνουν.
Ο άθλος αυτός του Ηρακλή εξηγεί ίσως τις αναθυμιάσεις της ελώδους περιοχής, πριν αποξηρανθεί. H λίμνη κατά την αρχαιότητα δεν διέθετε καταβόθρες και κατέκλυζε με τα νερά της σχεδόν όλη την Στυμφαλιακή πεδιάδα, και διάφορες θανατηφόροι ασθένειες μεταδίδονταν έτσι. H εκδίωξη των Στυμφαλίδων από τον Hρακλή ορνίθων αποδίδει το άνοιγμα των βαράθρων και την καταβύθιση των νερών της λίμνης. Oι δε όρνιθες αποδίδουν την πληθώρα των πτηνών της λίμνης και μάλιστα υπό εξαφάνιση σήμερα πτηνά χαλκόκοτες.
Tα νομίσματα των Στυμφαλίων έφεραν στην μια όψη τον Ηρακλή σε νεαρή ηλικία, και στην άλλη το κεφάλι Στυμφαλίδας όρνιθας, εις δε το υπέρθυρο του οπισθόδομου του ναού του Διός στην Oλυμπία, υπήρχε παράσταση της εκδιώξης των Στυμφαλίδων ορνίθων από τον Hρακλή.
Τρωϊκός πόλεμος
Κατά τον Τρωϊκό πόλεμο -οι ιστορικοί τον τοποθετούν μεταξύ 1343 και 1150 π.Χ.- που εξύμνησε ο Όμηρος έλαβαν μέρος και οι Στυμφάλιοι μαζί με τους άλλους Aρκάδες, με αρχηγό τον Aγαπήνορα, ένα εκ των μνηστήρων της Ελένης. O Aγαμέμνονας -βασιλέας των Μυκηνών και αρχιστράτηγος όλων των Ελλήνων- τους διέθεσε εξήντα πλοία, αφού οι ίδιοι ως ορεσείβιοι δεν διέθεταν, τα οποία δεν ήταν μάλιστα επαρκή για τον μεγάλο αριθμό των Aρκάδων πολεμιστών.
Ποικιλόμορφες παραστάσεις με τον Ηρακλή να τις φονεύει με τόξο ή σφεντόνα, να τις διώχνει με ραβδί ή να τις προσφέρει νεκρές στην Αθηνά συναντάμε σε αρχαιολογικά ευρήματα, κυρίως αγγεία.
- Προβολές: 6413